17 Μαρτίου …
Όσιος Αλέξιος ο Άνθρωπος Του Θεού …
Ἄνθρωπος ἐν γῇ τοῦ Θεοῦ κληθεὶς μόνος ,
Ἕξεις τὶ καινὸν κἄν πόλῳ , Πάτερ μόνος ,
Ἑβδομάτῃ δεκάτῃ , Ἀλέξιε , πότμον ἀνέτλης …
Ο Αλέξιος γεννήθηκε στην Ρώμη τον 4o Αιώνα κατά τους χρόνους των Αυτοκρατόρων Αρκαδίου 395 – 408 μ.Χ. και Ονώριου 395 – 423 μ.Χ. ,
από γονείς Ευγενείς και πλούσιους , τον Πατρίκιο Ευφημανό και την Αγλαΐδα …
Ο πατέρας Του ήταν Συγκλητικός , φιλόπτωχος και συμπαθής , καθημερινά παρέθετε τρεις τράπεζες στο σπίτι του για τα ορφανά , τις χήρες και τους ξένους που ήταν πτωχοί ,
η γυναίκα του ήταν άτεκνη , στην δέηση της να αποκτήσει παιδί , Ο Θεός την εισάκουσε , τους χάρισε υιό …
Το παιδί μεγάλωσε , έλαβε την κατάλληλη παιδεία , έγινε σοφότατος και θεό δίδακτος , όταν ενηλικιώθηκε Τον πάντρεψαν με θυγατέρα από Βασιλική και ευγενική γενιά , την πρώτη νύχτα του γάμου εγκατέλειψε την συζυγική εστία ,
Ο Αλέξιος πήρε το χρυσό δακτυλίδι και τη ζώνη , τα επέστρεψε στην σύζυγο του και εγκατέλειψε το σπίτι τους …
Παίρνοντας αρκετά χρήματα από τα πλούτη Του έφυγε με πλοίο περιφρονώντας την ματαιότητα της επίγειας δόξας , πηγαίνει στην Λαοδικεία της Συρίας και από εκεί στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας , όπου έζησε για δέκα χρόνια ως επαίτης ,
κινδύνευσε να αποκαλυφθεί η ταυτότητα Του , τότε αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την περιοχή , παρά την εκτίμηση των ντόπιων για την Αρετή Του …
Ο Αλέξιος μοίρασε τα χρήματα στους πτωχούς και τα ιμάτια Του , ενδύθηκε με κουρελιασμένα και χιλιομπαλωμένα ρούχα , κάθισε στον νάρθηκα του Ναού Της Υπεραγίας Θεοτόκου ,
προτίμησε έτσι να ζει με Νηστεία όλη την εβδομάδα και να Μεταλαμβάνει των Αχράντων Μυστηρίων κάθε Κυριακή , έτρωγε μόνο λίγο άρτο και έπινε λίγο νερό …
Οι γονείς του Τον αναζητούσαν παντού , έστειλαν υπηρέτες να τον βρουν , στην αναζήτηση τους έφθασαν μέχρι τον Ναό της Έδεσσας , χωρίς ωστόσο να Τον αναγνωρίσουν , οι δούλοι επέστρεψαν άπρακτοι στη Ρώμη ,
η μητέρα του με οδύνη φορώντας πτωχά ενδύματα , καθόταν σε μια θύρα του σπιτιού πενθώντας νύχτα και ημέρα , το ίδιο και η νύφη της που φόρεσε τρίχινο σάκο και παρέμεινε κοντά στην πεθερά της …
Ο Αλέξιος για δέκα επτά χρόνια παρέμεινε στο νάρθηκα του Ναού Της Θεοτόκου ευαρεστώντας Τον Θεό ,
μια νύχτα η Θεοτόκος παρουσιάστηκε στον προσμονάριο του Ναού σε όνειρο και του ζήτησε να του φέρει μέσα στο Ναό Τον Άνθρωπο Του Θεού …
Εκείνος βγήκε από τον Ναό και δεν βρήκε κανένα παρά μόνο Τον Αλέξιο , δεήθηκε στη Θεοτόκο να του υποδείξει Τον Άνθρωπο , όπως και έγινε ,
πήρε από το χέρι Τον Αλέξιο , τον έβαλε στον Ναό με κάθε Τιμή και Μεγαλοπρέπεια …
Μόλις κατάλαβε ότι έγινε γνωστός έφυγε κρυφά , σκέφτηκε να πάει στην Ταρσό , στον Ναό Του Αγίου Παύλου του Αποστόλου ,
όπου εκεί θα ήταν άγνωστος , άλλα όμως σχεδίασε η Θεία Πρόνοια …
Ο Αλέξιος επιβιβάστηκε σε πλοίο με προορισμό την Ταρσό της Κιλικίας , στην πορεία του έπεσε σε θύελλα και βρέθηκε στη Ρώμη ,
επέστρεψε στην πατρική του οικία , ζήτησε μια γωνιά για να μείνει χωρίς να αποκαλύψει την ταυτότητα Του …
Όταν συνάντησε τον πατέρα του , εκείνος δεν αναγνώρισε ότι ήταν ο υιός του , του ζήτησε να τον Ελεήσει και να Τον αφήσει να τρώει από τα περισσεύματα της τράπεζας του ,
με μεγάλη προθυμία ο πατέρας του δέχθηκε να Τον ελεήσει
και μάλιστα Του έδωσε κάποιο υπηρέτη για να τον βοηθάει …
Συνάντησε την αδιαφορία και την περιφρόνηση όπως Αναφέρουν οι Συναξαριστές , έβλεπε τον πατέρα του , την μητέρα του να περνούν από μπροστά του και να μην Του δίνουν σημασία ,
ενώ κάποιοι δούλοι από την οικία τον πείραζαν και Τον κορόιδευαν …
Όμως ούτε αυτό δεν τον ένοιαζε , Ο Αλέξιος έδινε την τροφή Του σε άλλους , παραμένοντας όλη την εβδομάδα χωρίς τροφή και νερό ,
μόνο μετά την Κοινωνία των Θείων και Αχράντων Μυστηρίων δεχόταν λίγο άρτο και νερό …
Όταν κατάλαβε ότι πλησίαζε το Τέλος Του , ζήτησε ένα χαρτί και έγραψε τα πάντα για την ζωή του , το χαρτί βρήκε με Θεϊκή εντολή ο Αυτοκράτορας του Δυτικού Ρωμαϊκού Κράτους Ονώριος ,
το διάβασε ενώπιον μεγάλου ακροατηρίου , προκαλώντας γενική κατάπληξη …
Η Κηδεία Του Οσίου Αλέξιου ήταν Μεγαλοπρεπής , έγινε στον Ναό Του Αποστόλου Πέτρου στην Ρώμη ,
Ονομάσθηκε Άνθρωπος Του Θεού , επειδή όταν Πέθανε Ακούστηκε Ουράνια Φωνή που Φανέρωνε την Αγιότητα Του Λέγοντας , ζητήσατε Τον Άνθρωπο Του Θεού …
Ο Βασιλεύς Ονώριος και ο Αρχιεπίσκοπος μετέφεραν το Τίμιο Λείψανο Του Οσίου Αλεξίου στο μέσον της πόλεως , κάλεσαν όλο το Λαό να έλθει να Προσκυνήσει και να Λάβει Ευλογία ,
όσοι Προσέρχονταν και Ασπάζονταν το Τίμιο Λείψανο , άλαλοι , κουφοί , τυφλοί , λεπροί , δαιμονισμένοι , όλοι Θεραπεύονταν …
Βλέποντας τα Θαύματα οι Πιστοί Δόξαζαν Τον Θεό , ήταν τόσος πολύς ο κόσμος που προσερχόταν για να δουν το Τίμιο Λείψανο , δεν μπορούσαν να το Μεταφέρουν στο Ναό Του Αγίου Βονιφατίου για να το Ενταφιάσουν ,
τότε έριξαν χρυσό και άργυρο στον κόσμο για να του αποσπάσουν την προσοχή , αλλά μάταια …
Όταν μεταφέρθηκε το Τίμιο Λείψανο Του Αγίου στον Ναό , για επτά μέρες Γιόρταζαν Πανηγυρικά , στην συνέχεια τοποθετήθηκε σε θήκη φτιαγμένη από χρυσό , άργυρο και πολύτιμους λίθους ,
Αμέσως άρχισε να Ευωδιάζει και να Αναβλύζει Μύρο , το οποίο έγινε Ίασμα και Θεραπεία για όλους …
Η Κάρα Του Οσίου Αλεξίου δωρίσθηκε στην Μονή Αγίας Λαύρας Καλαβρύτων το 1398 μ.Χ. , από τον Αυτοκράτορα Μανουήλ τον Παλαιολόγο ,
κατά την πυρπόληση της Μονής από τους Οθωμανούς το 1585 μ.Χ. διασώθηκε από δύο Μοναχούς , όπου Βρίσκεται μέχρι και σήμερα …
Απότμημα Κάρας Του Οσίου Βρίσκεται στην Μονή Γεννήσεως Θεοτόκου Πελαγίας Ακραιφνίου Βοιωτίας ,
Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου Του Οσίου Βρίσκονται στην Μονή Εσφιγμένου Αγίου Όρους , στην Μονή Κύκκου Κύπρου και στην Λαύρα Αγίου Αλεξάνδρου Νέβσκι Αγίας Πετρουπόλεως …
Η Μνήμη Του Οσίου Αλεξίου Εορτάζεται στις 17 Μαρτίου από την Ορθόδοξη Εκκλησία
και στις 17 Ιουλίου από την Καθολική Εκκλησία …….
Απολυτίκιο …
Εκ ρίζης εβλάστησας , περιφανούς και κλεινής , εκ πόλεως ήνθησας , βασιλικής και λαμπράς , Αλέξιε πάνσοφε , πάντων δ’ υπερφρονήσας , ως φθαρτών και ρεόντων , έσπευσας συναφθήναι , τω Χριστώ καί Δεσπότη , Αυτόν ουν εκδυσώπει αεί , υπέρ των ψυχών ημών …….